- Μπέικον, Ρότζερ
- (Roger Bacon, 1214 – 1292;). Άγγλος φιλόσοφος. Βλ. λ. Βάκων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Βάκων — I (Ίλτσεστερ, Σόμερσετ 1214 – 1292;). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Άγγλου φιλόσοφου Ρότζερ Μπέικον (Roger Bacon). Σπούδασε στην Οξφόρδη και στο Παρίσι και γύρω στο 1252 μπήκε στο τάγμα των Φραγκισκανών μοναχών. Η κλίση του όμως προς την… … Dictionary of Greek
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
επιστήμη — Ένα σύνολο γνώσεων με αντικειμενικό κύρος. Ως γνώση ορίζεται η δυνατότητα διάκρισης των αντικειμένων στα οποία αποδίδονται τα ίδια χαρακτηριστικά μέσα σε ένα ορισμένο σύνολο. Αυτό το σύνολο μπορεί να είναι σχετικό με ειδικές καταστάσεις σε μία… … Dictionary of Greek
Ιμπν αλ-Χάιταμ — (Βασόρα, Ιράκ 965; – Κάιρο 1039;). Άραβας μαθηματικός, αστρονόμος, φιλόσοφος, γιατρός και φυσικός, γνωστός στην Ευρώπη ως Αλχαζέν ή Αβενάταν. Έδρασε κυρίως στην Αίγυπτο, τον περισσότερο καιρό στην υπηρεσία του φατιμίδη χαλίφη αλ Χακίμ, στον οποίο … Dictionary of Greek